Είναι, όπως υποστηρίζουν κάποιοι, ο Χριστιανισμός μια παρωχημένη υπόθεση; Ή μήπως είναι απλά ξεχασμένος, ακόμη κι απ’ αυτούς, που πιστεύουν και διατείνονται ότι είναι χριστιανοί!…
Προκειμένου να το καταλάβουμε αυτό, θα αναφερθούμε σε μια προσωπικότητα, που παρότι έζησε πριν από 1600 και περισσότερα χρόνια, εντούτοις ο βίος και η πολιτεία του μας κάνουν να πιστέψουμε ότι πρόκειται για έναν άνθρωπο, που έρχεται απ’ το μακρινό μέλλον. Και βέβαια πρόκειται για το Γρηγόριο το Θεολόγο, που στις 25 Ιανουαρίου γιορτάζουμε τη μνήμη του.
Πιστεύεται γενικά ότι η εποχή, κατά την οποία έζησε ο Γρηγόριος (4ος μ. Χ. αιώνας) ήταν μια ειδυλλιακή για την Εκκλησία εποχή. Δεδομένου ότι χαρακτηρίζεται ως «ο χρυσός αιώνας» της Εκκλησίας. Στην πραγματικότητα όμως, πέρα απ’ την εκκλησιαστική γραμματεία και τα έξοχα παραδείγματα κάποιων κληρικών και γενικότερα χριστιανών, πρόκειται για μια τρικυμιώδη και πολυτάραχη εποχή. Πώς και από πού προέκυψε η ταραχή και η τρικυμία; Προέκυψε απ’ το γεγονός ότι ευθύς μετά την κατάπαυση των διωγμών, ανοίχτηκε για την Εκκλησία το μέτωπο διαπάλης της με τη φιλοσοφία. Στην οποία διαπάλη πήραν από δω κι από κει μέρος κάποιοι, με θέσεις ακραίες και απροκάλυπτα εχθρικές. Τόσο μάλιστα, ώστε να καταλήγουν ακόμη και σε εγκλήματα.
Όπως ήταν απ’ την πλευρά των χριστιανών, για παράδειγμα, το λιντσάρισμα της περίφημης φιλοσόφου Υπατίας (γύρω στα 415 μ. Χ). Ενώ απ’ το άλλο μέρος έχουμε την περίπτωση του Ιουλιανού, που έφτασε στο σημείο να απαγορεύσει στους χριστιανούς τη σπουδή της αρχαίας ελληνικής σκέψης:
«Σε μας, έλεγε ειρωνευόμενος τους χριστιανούς, ανήκουν η ευγλωττία και οι τέχνες της Ελλάδος, καθώς και των θεών της η λατρεία. Δικός σας κλήρος είναι η αμάθεια και η σκαιότητα (=η χωριατιά), που είναι η δική σας η σοφία».
Ανάμεσα, λοιπόν, στις συμπληγάδες αυτών των δυο μετώπων στάθηκε ο Γρηγόριος. Που όχι μόνο δεν καταφρόνεσε το αρχαίο ελληνικό πνεύμα, αλλά ρίχτηκε με όλη τη ζέση της μεγαλοφυΐας του να αποθησαυρίσει, όσο γινόταν μεγαλύτερο πνευματικό πλούτο. Ξεκινώντας απ’ την ιδιαίτερη πατρίδα του τη Ναζιανζό και συνεχίζοντας τις σπουδές του στην Καισάρεια της Καππαδοκίας, και την άλλη Καισάρεια της Παλαιστίνης κι ύστερα την Αλεξάνδρεια. Για να καταλήξει στην Αθήνα, όπου για μια ολόκληρη εξαετία ρούφηξε μέχρι σταγόνας το ελληνικό πνεύμα. Και όπου, συν τοις άλλοις, ήταν συμφοιτητές με το Βασίλειο και για ένα εξάμηνο και με τον Ιουλιανό.
Και, επειδή, όπως είναι ευνόητο, υπήρχαν πάμπολλοι, που δυσανασχετούσαν ακόμη και στο άκουσμα της λέξης φιλοσοφία, αναγκαζόταν να λέγει:
«Πιστεύω πως απ’ όλους τους μυαλωμένους ανθρώπους είναι παραδεκτό πως το μεγαλύτερο αγαθό μας είναι η μόρφωση. Και δεν εννοώ μόνο τη χριστιανική, εννοώ και την εθνική, που πολλοί απ’ τους χριστιανούς, κακώς σκεπτόμενοι, την απορρίπτουν, επειδή πιστεύουν ότι είναι επικίνδυνη και λαθεμένη και απομακρύνει από το Θεό. Εμείς αντίθετα αποδεχόμαστε των εθνικών σοφών την έρευνα και τη θεωρία, εκτός από εκείνα, που οδηγούν στην πλάνη και την απώλεια».
Μεταξύ των άλλων παρενεργειών, που προκάλεσε η φιλοσοφία, ήταν, σε μεγάλο βαθμό, και οι αιρέσεις, που δημιουργήθηκαν στην προσπάθεια των χριστιανών να δώσουν λογική εξήγηση σε θέματα της πίστης. Και, μεταξύ αυτών, η αίρεση, που προκάλεσε τα μεγαλύτερα παλιρροϊκά κύματα, ήταν εκείνη του Αρείου. Ιδιαίτερα, γιατί εκτός απ’ το λαϊκό έρεισμα, είχε και ισχυρούς προστάτες και μάλιστα μεταξύ των αυτοκρατόρων:
Όπως, για παράδειγμα, το γιο του Μεγάλου Κων/νου, Κωστάντιο. Ό οποίος, παίρνοντας την εξουσία στα χέρια του, φρόντισε να αποκεφαλίσει όλο του το συγγενολόι, μεταξύ των οποίων και τον πατέρα και τον αδερφό του Ιουλιανού. Μακελειό για το οποίο ηθικός αυτουργός λέγεται πως ήταν και ο επίσκοπος της Νικομηδείας Ευσέβιος. Γεγονός που εξηγεί, ως ένα βαθμό, και την καταφορά του Ιουλιανού εναντίον των χριστιανών.
Οι αρειανοί, εξάλλου, με την υποστήριξη του επίσης αρειανόφρονα αυτοκράτορα Ουάλη είχαν κυριαρχήσει στην Κωνσταντινούπολη. Και οι ορθόδοξοι, προκειμένου να αναχαιτίσουν την πλημμυρίδα αυτή των αρειανών, αναγκάστηκαν να ζητήσουν τη συνδρομή του Γρηγορίου. Ο οποίος, σε σύντομο χρονικό διάστημα, κατόρθωσε, με τη ρητορική του δεινότητα και τη φιλοσοφική του εμβρίθεια, να φέρει «τ’ απάνω κάτω». Με αποτέλεσμα οι αρειανοί, προκειμένου να εκδικηθούν, να λιθοβολήσουν τους ορθόδοξους και να τραυματίσουν το Γρηγόριο, κατά την ώρα της τέλεσης της θ. λειτουργίας του Πάσχα (379).
Συνέβη όμως την ίδια χρονιά να πεθάνει ο Ουάλης και να πάρει την εξουσία ο υποστηρικτής των ορθοδόξων, Θεοδόσιος. Με αποτέλεσμα να υποστούν απ’ τους ορθόδοξους τώρα τα ίδια αντίποινα οι αρειανοί. Και όχι μόνο. Γιατί μαζί με τους αρειανούς διώχτηκαν και οι εθνικοί. Για να συμβούν τότε πολλές απ’ τις μεγάλες καταστροφές σε βάρος των πνευματικών και καλλιτεχνικών θησαυρών των Ελλήνων. Που συνοδεύονταν με απαγόρευση της λατρείας των εθνικών, δήμευση περιουσιών και θανατικές ακόμη εκτελέσεις.
Ο Γρηγόριος, που στο μεταξύ, με την υποστήριξη του Θεοδοσίου και απόφαση της Β΄ Οικουμενικής Συνόδου είχε ανακηρυχτεί πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, διαφώνησε με τους διωγμούς αυτούς.
Και προκάλεσε την κατακραυγή των φανατικών και των καιροσκόπων. Οι οποίοι, όταν εκείνος θηριομαχούσε με τους αρειανούς, που με την υποστήριξη του Ουάλεντα, «είχαν το πάνω χέρι», οι κατήγοροί του, σαν τα σαλιγκάρια, είχαν λουφάξει μέσα στο κέλυφος της θρασυδειλίας. Και τώρα βρήκαν να κατηγορήσουν το Γρηγόριο ακόμη και για τη φτώχεια, μέσα στην οποία, σύμφωνα με το χριστιανικό ιδεώδες, ζούσε. Ιδιαίτερα μάλιστα, επειδή καταδίκαζε την πολυτελή ζωή των αυλικών και των άλλων, κοσμικών και εκκλησιαστικών, μεγιστάνων…
Αλλά πολύ περισσότερο τον κατηγόρησαν για την επιείκεια, που έδειχνε απέναντι στους αιρετικούς:
«Είναι αισχρό, έλεγε, και τελείως αταίριαστο για χριστιανούς, ενώ μιλάμε για ειρήνη στους άλλους, οι ίδιοι να βρισκόμαστε σε διαμάχη μεταξύ μας. Κι ακόμη χειρότερο να πιστεύουμε ότι θα σωθούμε με την τρομοκρατία σε βάρος των αντιπάλων μας»!
Και, επειδή δεν μπόρεσε να αναχαιτίσει τη δίψα για εκδίκηση, αναγκάστηκε να υποβάλει την παραίτησή του:
«Εάν αμάρτησα, που δεν μπορώ να συμμεριστώ τη νοοτροπία σας και τη συμπεριφορά σας, τους είπε, επιτρέψτε μου να ξαναγυρίσω στην ήσυχη και ερημική αγροτική ζωή».
Κι έτσι ξαναγύρισε στο χωριουδάκι του την Αριανζό, όπου μέχρι το τέλος της ζωής του (γύρω στα 390 μ. Χ.) καλλιεργούσε έναν μικρό κηπάκο…
Αλήθεια, αυτοί, που, αντί για τους ανόητους και ολέθριους φανατισμούς και αλληλοσπαραγμούς, προτιμούν, όπως ο Γρηγόριος, να καλλιεργούν τον κήπο τους, ανήκουν στο παρωχημένο παρελθόν ή σε κάποιο μακρινό μέλλον;…
Παπα-Ηλίας
Όπως ήταν απ’ την πλευρά των χριστιανών, για παράδειγμα, το λιντσάρισμα της περίφημης φιλοσόφου Υπατίας (γύρω στα 415 μ. Χ). Ενώ απ’ το άλλο μέρος έχουμε την περίπτωση του Ιουλιανού, που έφτασε στο σημείο να απαγορεύσει στους χριστιανούς τη σπουδή της αρχαίας ελληνικής σκέψης:
«Σε μας, έλεγε ειρωνευόμενος τους χριστιανούς, ανήκουν η ευγλωττία και οι τέχνες της Ελλάδος, καθώς και των θεών της η λατρεία. Δικός σας κλήρος είναι η αμάθεια και η σκαιότητα (=η χωριατιά), που είναι η δική σας η σοφία».
Ανάμεσα, λοιπόν, στις συμπληγάδες αυτών των δυο μετώπων στάθηκε ο Γρηγόριος. Που όχι μόνο δεν καταφρόνεσε το αρχαίο ελληνικό πνεύμα, αλλά ρίχτηκε με όλη τη ζέση της μεγαλοφυΐας του να αποθησαυρίσει, όσο γινόταν μεγαλύτερο πνευματικό πλούτο. Ξεκινώντας απ’ την ιδιαίτερη πατρίδα του τη Ναζιανζό και συνεχίζοντας τις σπουδές του στην Καισάρεια της Καππαδοκίας, και την άλλη Καισάρεια της Παλαιστίνης κι ύστερα την Αλεξάνδρεια. Για να καταλήξει στην Αθήνα, όπου για μια ολόκληρη εξαετία ρούφηξε μέχρι σταγόνας το ελληνικό πνεύμα. Και όπου, συν τοις άλλοις, ήταν συμφοιτητές με το Βασίλειο και για ένα εξάμηνο και με τον Ιουλιανό.
Και, επειδή, όπως είναι ευνόητο, υπήρχαν πάμπολλοι, που δυσανασχετούσαν ακόμη και στο άκουσμα της λέξης φιλοσοφία, αναγκαζόταν να λέγει:
«Πιστεύω πως απ’ όλους τους μυαλωμένους ανθρώπους είναι παραδεκτό πως το μεγαλύτερο αγαθό μας είναι η μόρφωση. Και δεν εννοώ μόνο τη χριστιανική, εννοώ και την εθνική, που πολλοί απ’ τους χριστιανούς, κακώς σκεπτόμενοι, την απορρίπτουν, επειδή πιστεύουν ότι είναι επικίνδυνη και λαθεμένη και απομακρύνει από το Θεό. Εμείς αντίθετα αποδεχόμαστε των εθνικών σοφών την έρευνα και τη θεωρία, εκτός από εκείνα, που οδηγούν στην πλάνη και την απώλεια».
Μεταξύ των άλλων παρενεργειών, που προκάλεσε η φιλοσοφία, ήταν, σε μεγάλο βαθμό, και οι αιρέσεις, που δημιουργήθηκαν στην προσπάθεια των χριστιανών να δώσουν λογική εξήγηση σε θέματα της πίστης. Και, μεταξύ αυτών, η αίρεση, που προκάλεσε τα μεγαλύτερα παλιρροϊκά κύματα, ήταν εκείνη του Αρείου. Ιδιαίτερα, γιατί εκτός απ’ το λαϊκό έρεισμα, είχε και ισχυρούς προστάτες και μάλιστα μεταξύ των αυτοκρατόρων:
Όπως, για παράδειγμα, το γιο του Μεγάλου Κων/νου, Κωστάντιο. Ό οποίος, παίρνοντας την εξουσία στα χέρια του, φρόντισε να αποκεφαλίσει όλο του το συγγενολόι, μεταξύ των οποίων και τον πατέρα και τον αδερφό του Ιουλιανού. Μακελειό για το οποίο ηθικός αυτουργός λέγεται πως ήταν και ο επίσκοπος της Νικομηδείας Ευσέβιος. Γεγονός που εξηγεί, ως ένα βαθμό, και την καταφορά του Ιουλιανού εναντίον των χριστιανών.
Οι αρειανοί, εξάλλου, με την υποστήριξη του επίσης αρειανόφρονα αυτοκράτορα Ουάλη είχαν κυριαρχήσει στην Κωνσταντινούπολη. Και οι ορθόδοξοι, προκειμένου να αναχαιτίσουν την πλημμυρίδα αυτή των αρειανών, αναγκάστηκαν να ζητήσουν τη συνδρομή του Γρηγορίου. Ο οποίος, σε σύντομο χρονικό διάστημα, κατόρθωσε, με τη ρητορική του δεινότητα και τη φιλοσοφική του εμβρίθεια, να φέρει «τ’ απάνω κάτω». Με αποτέλεσμα οι αρειανοί, προκειμένου να εκδικηθούν, να λιθοβολήσουν τους ορθόδοξους και να τραυματίσουν το Γρηγόριο, κατά την ώρα της τέλεσης της θ. λειτουργίας του Πάσχα (379).
Συνέβη όμως την ίδια χρονιά να πεθάνει ο Ουάλης και να πάρει την εξουσία ο υποστηρικτής των ορθοδόξων, Θεοδόσιος. Με αποτέλεσμα να υποστούν απ’ τους ορθόδοξους τώρα τα ίδια αντίποινα οι αρειανοί. Και όχι μόνο. Γιατί μαζί με τους αρειανούς διώχτηκαν και οι εθνικοί. Για να συμβούν τότε πολλές απ’ τις μεγάλες καταστροφές σε βάρος των πνευματικών και καλλιτεχνικών θησαυρών των Ελλήνων. Που συνοδεύονταν με απαγόρευση της λατρείας των εθνικών, δήμευση περιουσιών και θανατικές ακόμη εκτελέσεις.
Ο Γρηγόριος, που στο μεταξύ, με την υποστήριξη του Θεοδοσίου και απόφαση της Β΄ Οικουμενικής Συνόδου είχε ανακηρυχτεί πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, διαφώνησε με τους διωγμούς αυτούς.
Και προκάλεσε την κατακραυγή των φανατικών και των καιροσκόπων. Οι οποίοι, όταν εκείνος θηριομαχούσε με τους αρειανούς, που με την υποστήριξη του Ουάλεντα, «είχαν το πάνω χέρι», οι κατήγοροί του, σαν τα σαλιγκάρια, είχαν λουφάξει μέσα στο κέλυφος της θρασυδειλίας. Και τώρα βρήκαν να κατηγορήσουν το Γρηγόριο ακόμη και για τη φτώχεια, μέσα στην οποία, σύμφωνα με το χριστιανικό ιδεώδες, ζούσε. Ιδιαίτερα μάλιστα, επειδή καταδίκαζε την πολυτελή ζωή των αυλικών και των άλλων, κοσμικών και εκκλησιαστικών, μεγιστάνων…
Αλλά πολύ περισσότερο τον κατηγόρησαν για την επιείκεια, που έδειχνε απέναντι στους αιρετικούς:
«Είναι αισχρό, έλεγε, και τελείως αταίριαστο για χριστιανούς, ενώ μιλάμε για ειρήνη στους άλλους, οι ίδιοι να βρισκόμαστε σε διαμάχη μεταξύ μας. Κι ακόμη χειρότερο να πιστεύουμε ότι θα σωθούμε με την τρομοκρατία σε βάρος των αντιπάλων μας»!
Και, επειδή δεν μπόρεσε να αναχαιτίσει τη δίψα για εκδίκηση, αναγκάστηκε να υποβάλει την παραίτησή του:
«Εάν αμάρτησα, που δεν μπορώ να συμμεριστώ τη νοοτροπία σας και τη συμπεριφορά σας, τους είπε, επιτρέψτε μου να ξαναγυρίσω στην ήσυχη και ερημική αγροτική ζωή».
Κι έτσι ξαναγύρισε στο χωριουδάκι του την Αριανζό, όπου μέχρι το τέλος της ζωής του (γύρω στα 390 μ. Χ.) καλλιεργούσε έναν μικρό κηπάκο…
Αλήθεια, αυτοί, που, αντί για τους ανόητους και ολέθριους φανατισμούς και αλληλοσπαραγμούς, προτιμούν, όπως ο Γρηγόριος, να καλλιεργούν τον κήπο τους, ανήκουν στο παρωχημένο παρελθόν ή σε κάποιο μακρινό μέλλον;…
Παπα-Ηλίας